π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ:
ΜΙΑ ΜΑΚΡΑ ΚΑΙ ΚΟΠΙΑΣΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ
Πρωτ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Τὸ Πάσχα δὲν εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς μιὰ ἐκκλησιαστικὴ ἑορτὴ ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες, ἀλλὰ εἶναι ἀναμφίβολα ἡ ἑορτὴ τῶν ἑορτῶν καὶ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων. Ἀποτελεῖ τὸ ἐπίκεντρο, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐπιστέγασμα ὁλοκλήρου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους καὶ ταυτοχρόνως νοηματοδοτεῖ ὁλόκληρη τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Κάθε Κυριακὴ εἶναι γιὰ τὴν Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας Ἀνάσταση καὶ κάθε Θεία Λειτουργία, ὅποτε κι ἂν αὐτὴ τελεῖται, εἶναι ἕνα ἀναστάσιμο γεγονός. Κι ἐνῶ οἱ ὑπόλοιπες Δεσποτικὲς καὶ Θεομητορικὲς ἑορτὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους ἀποδίδονται σὲ ὀκτὼ τὸ πολὺ ἡμέρες, τὸ Πάσχα ἀποδίδεται στὶς σαράντα ἡμέρες. Ὁλόκληρη ἡ μετὰ τὸ Πάσχα ἑβδομάδα, ἡ ἑβδομάδα τῆς Διακαινησίμου ὅπως λέγεται, λογίζεται ὡς μία ἡμέρα, ἐνῶ γιὰ σαράντα ἡμέρες ψάλλεται σὲ ὅλες τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀκολουθίες ὁ νικητήριος παιάνας “Χριστὸς Ἀνέστη” καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ζοῦν τὴν παγκόσμια χαρὰ ποὺ ἐξανέτειλε ἀπὸ τὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Κυρίου, τὴν παγκόσμια χαρὰ γιὰ τὴ νίκη τῆς ζωῆς ἐπὶ τοῦ θανάτου.
Γιὰ νὰ μπορέσει κανεὶς νὰ ζήσει πραγματικὰ τὰ μεγάλα σωτηριολογικὰ γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ τοῦ Πάσχα, τὸ Πάθος καὶ τὸν σταυρικὸ θάνατο, τὴν ταφὴ καὶ τὴν εἰς Ἅδου κάθοδο, κυρίως ὅμως τὴν τριήμερη λαμπροφόρο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, πρέπει νὰ κάνει τὴν ἀνάλογη πνευματικὴ προετοιμασία. Ἔτσι λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ δέκα ὁλόκληρες ἑβδομάδες μᾶς προετοιμάζει σταδιακὰ γιὰ τὸ Πάσχα. Οἱ τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες (ἀπὸ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου μέχρι τὴν Κυριακὴ τῆς Τυρινῆς) εἶναι προπαρασκευαστικὲς γιὰ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή, οἱ ἑπόμενες ἕξι ἑβδομάδες (ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι τὴν Παρασκευὴ πρὸ τῶν Βαΐων) ἀποτελοῦν τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ καὶ ἡ τελευταία ἑβδομάδα εἶναι φυσικὰ ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἡ Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ ἀποκορύφωμα τῆς νηστείας καὶ τῆς ἐν γένει προετοιμασίας μας γιὰ τὸ Πάσχα.
Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ὡς ἐκ τούτου εἶναι μιὰ μακρὰ καὶ κοπιαστικὴ πορεία πρὸς τὸ Πάσχα. Ὁ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς διέρχεται διὰ τῆς στενῆς καὶ τεθλιμμένης ὁδοῦ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ εἰσέλθει στὴν παγκόσμια χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχὴν περίοδος νηστείας, ἐγκρατείας, μετανοίας, κατανύξεως, ἐντατικῆς προσευχῆς καὶ ἐντατικοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα. Εἶναι ἡ μεγαλύτερη σὲ διάρκεια, ἀλλὰ καὶ ἡ αὐστηρότερη περίοδος νηστείας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους. Κατ’ αὐτὴν ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυσις οἴνου καὶ ἐλαίου μόνο κατὰ τὰ Σάββατα καὶ τὶς Κυριακές. Ταυτοχρόνως, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μᾶς ὑποβοηθεῖ στὴν ἐντονώτερη προσευχὴ καὶ στὸν ἐντατικώτερο πνευματικὸ ἀγώνα μέσα ἀπὸ τὶς ἰδιαίτερες λατρευτικὲς Ἀκολουθίες τῆς περιόδου αὐτῆς, ποὺ ἀποτελοῦν ἕναν πραγματικὸ λειτουργικὸ θησαυρό.
Ἡ λειτουργικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ λειτουργικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ὑπολοίπου ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους. Οἱ Ἀκολουθίες εἶναι μακρὲς καὶ κατανυκτικές, κυριαρχοῦν δὲ σὲ αὐτὲς τὰ πολλὰ “διαβαστὰ” (ψαλμοί, ἀναγνώσματα, εὐχές), ἡ λιτότητα καὶ ἡ ἀρχαιοπρέπεια. Ἡ σημαντικότερη διαφορὰ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ἀπὸ τὸ ὑπόλοιπο ἐκκλησιαστικὸ ἔτος εἶναι ἡ ἀπαγόρευση τῆς τελέσεως τῆς Θείας Λειτουργίας ἐκτὸς Σαββάτου καὶ Κυριακῆς. Ἀντὶ τῆς κανονικῆς Θείας Λειτουργίας τελεῖται κατὰ τὶς καθημερινὲς τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς (κυρίως τὶς Τετάρτες καὶ τὶς Παρασκευὲς) ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ χωρὶς ἀμφιβολία τὴν καρδιὰ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.
Τὴ λειτουργικὴ ἀτμόσφαιρα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς συμπληρώνουν οἱ Κατανυκτικοὶ Ἑσπερινοὶ τῶν Κυριακῶν, τὸ Μεγάλο ᾽Απόδειπνο ποὺ ἀναγινώσκεται ἀπὸ τὴ Δευτέρα μέχρι τὴν Πέμπτη μὲ ψαλμωδία μέρους τοῦ Μεγάλου Κανόνος τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης κατὰ τὴν πρώτη ἑβδομάδα καὶ Κανόνων ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριο κατὰ τὶς ὑπόλοιπες ἑβδομάδες, ὁ Ὄρθρος, οἱ Ὧρες καὶ ὁ Ἑσπερινός, ποὺ ἔχουν αὐτὴ τὴν περίοδο ἔντονο κατανυκτικὸ χρῶμα, καὶ φυσικὰ ἡ ἰδιαίτερα λαοφιλὴς Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο ποὺ τελεῖται κάθε Παρασκευή. Μὲ τὴν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν διακόπτεται γιὰ δύο ἡμέρες ἡ πένθιμη καὶ κατανυκτικὴ ἀτμόσφαιρα τῶν καθημερινῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, γιὰ νὰ ἐπανέλθει καὶ πάλι τὸ ἀπόγευμα τῆς Κυριακῆς μὲ τὸν Κατανυκτικὸ Ἑσπερινό, ἀφοῦ πρῶτα ζήσουμε τὴν χαρμόσυνη και ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα τῶν Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μὲ τὴν τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τὴ διπλή τους θεματολογία.
Ἡ νηστεία, ἡ ἐντονώτερη προσευχὴ καὶ ἡ κατὰ τὸ δυνατὸν συμμετοχὴ στὶς κατανυκτικὲς Ἀκολουθίες τῆς περιόδου τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μᾶς ὑποβοηθοῦν νὰ ἐντείνουμε ὅσο μποροῦμε περισσότερο τὸν πνευματικό μας ἀγώνα, ποὺ δὲν εἶναι ἀγώνας μόνο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ἀλλὰ ἀγώνας ὁλόκληρής μας τῆς ζωῆς, καὶ ἀποσκοπεῖ στὴν καταπολέμηση τῶν παθῶν, τῶν ἀδυναμιῶν καὶ τῶν ἐλαττωμάτων μας καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν, στὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ ὅ,τι ἀμαυρώνει τὴν στολή της, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ βρεῖ χῶρο μέσα μας ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργήσει. Ὁ πνευματικὸς ἀγώνας ὅμως, γιὰ νὰ φέρει πραγματικὰ ἀποτελέσματα, πρέπει νὰ θεμελιωθεῖ πάνω στὴ βάση τῆς ταπεινώσεως καὶ νὰ στολιστεῖ μὲ τοὺς καρποὺς τῆς μετάνοιας.
Αὐτὲς τὶς δύο ἀλήθειες μᾶς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας προτοῦ ἀκόμη ξεκινήσουμε τὸ ταξίδι καὶ τὸν ἐντατικὸ πνευματικὸ ἀγώνα τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μέσα ἀπὸ τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα καὶ τὰ θαυμάσια τροπάρια τῶν πρώτων ἑβδομάδων τοῦ Τριωδίου, τῶν ἑβδομάδων προπαρασκευῆς γιὰ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ἔτσι μὲ τὴν Παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, μὲ τὴν ὁποία ἀρχίζει ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου, ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ὑπενθυμίζει ἐνόψει τῆς ἐνάρξεως τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μιὰ μεγάλη ἀλήθεια: Καμιὰ ἀρετὴ καὶ κανένα καλὸ ἔργο, ἄρα οὔτε καὶ ἡ νηστεία μας οὔτε καὶ ὁ λοιπὸς πνευματικός μας ἀγώνας, δὲν ἔχει ἀξία, ἂν δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ταπείνωση, ἂν δεν θεμελιώνεται πάνω στὴν ταπείνωση, γιατὶ σὲ τελευταία ἀνάλυση δὲν μᾶς σώζουν οὔτε οἱ ἀρετές μας οὔτε τὰ καλά μας ἔργα, ἀλλὰ ὁ βαθμὸς τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς μετανοίας μας. Ἡ ταπείνωση καὶ ἡ μετάνοια ἑλκύουν ὄντως τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν Παραβολὴ τοῦ ἀσώτου ἐξάλλου, ποὺ ἀναγινώσκεται τὴ δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου, ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ὑπενθυμίζει μιὰ ἄλλη μεγάλη ἀλήθεια: Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι τόσο μεγάλη, ποὺ καμιὰ ἁμαρτία, ὅσο μεγάλη κι ἂν εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἐμποδίσει, φτάνει ὅμως νὰ ὑπάρξει ἀληθινὴ μετάνοια. Ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ ἐμᾶς νὰ κάνουμε τὸ πρῶτο βῆμα τῆς μετανοίας, γιὰ νὰ κάνει Ἐκεῖνος ὅλα τὰ ὑπόλοιπα βήματα.
Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι, ὅπως εἴπαμε, μιὰ μακρὰ καὶ κοπιαστικὴ πορεία πρὸς τὸ Πάσχα. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ μιὰ ἰδιαίτερη περίοδος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας ἔτους, εἶναι ταυτοχρόνως καὶ ἕνας τρόπος ζωῆς. Εἶναι ἡ στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸς τοῦ συνεχοῦς καὶ ἀδιάκοπου πνευματικοῦ ἀγώνα, ἡ στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδὸς τῆς ἀπαρνήσεως τοῦ δικοῦ μας ἁμαρτωλοῦ θελήματος καὶ τοῦ ἁμαρτωλοῦ μας ἑαυτοῦ, διὰ τῆς ὁποίας πρέπει νὰ διέλθει κανείς, γιὰ νὰ εἰσέλθει στὴ χαρὰ τῆς αἰώνιας Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. ῍Αν ἡ ζωή μας γίνει μιὰ διαρκὴς Μεγάλη Σαρακοστή, τότε θὰ εἶναι καὶ μιὰ διαρκὴς Ἀνάσταση, ἕνα ἀδιάκοπο Πάσχα, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνάσταση στὴν αἰώνια ζωή.
(Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ “Παράκληση. Διμηνιαία Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ”, τεῦχος 59 (2011), σ. 4-5)