π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ: Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΤΡΟΠΑΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΤΟΥ

 

Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος

μέσα ἀπὸ τὰ τροπάρια τῆς Ἀκολουθίας του

 

Πρωτοπρ. Μιχαλ Βοσκο

 

       Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας στὶς 30 τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, εἶναι χωρὶς ἀμφιβολία ἕνας οἰκουμενικὸς Ἅγιος Τιμᾶται ὅλως ἰδιαιτέρως σ’ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τόσο τὴν ἑλληνόφωνη ὅσο καὶ τὴ σλαβόφωνη. Εἶναι ἀναρίθμητοι οἱ ναοὶ καὶ τὰ παρεκκλήσια ποὺ εἶναι ἀφιερωμένα σ’ αὐτὸν καὶ πλῆθος οἱ ἄνθρωποι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ποὺ φέρουν τὸ εὐλογημένο ὄνομά του. Στὴν ἰδιαίτερή μας πατρίδα τὴν Κύπρο δὲν ὑπάρχει καμιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ μὴν ἔχει ὄχι ἕνα ἀλλὰ περισσότερα μέλη της ποὺ φέρουν τὸ ὄνομά του. Αὐτὴν τὴ μεγάλη ἀποστολικὴ μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ προσπαθήσουμε νὰ σκιαγραφήσουμε σ’ αὐτό μας τὸ ἄρθρο ὄχι μὲ δικά μας λόγια, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία τῆς 30ης Νοεμβρίου καὶ μέσα ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν θαυμασίων τροπαρίων της.

 

Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ἦταν υἱὸς τοῦ Ἰωνᾶ καὶ κατὰ σάρκα ἀδελφὸς τοῦ Σίμωνα, τοῦ μετέπειτα Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου. Καταγόταν δὲ ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας. Ἡ ἄσημη αὐτὴ πόλη τῆς Γαλιλαίας ἔγινε γνωστὴ σ’ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη ὡς ἡ γενέτειρα τῶν δύο μεγάλων αὐταδέλφων Ἀποστόλων. Γι’ αὐτὸ καὶ στὸ πρῶτο Στιχηρὸ Προσόμοιο τῶν Αἴνων ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος ἀναφωνεῖ: “Βηθσαϊδὰ νῦν ἀγάλλου· ἐν σοὶ γὰρ ἤνθησαν, ἐκ μυστικῆς λιβάδος, εὐωδέστατα κρίνα, Πέτρος καὶ Ἀνδρέας, κόσμῳ παντὶ τὸ τῆς πίστεως κήρυγμα εὐωδιάζοντες χάριτι τοῦ Χριστοῦ …”. Βηθσαϊδά, μπορεῖς τώρα νὰ καυχᾶσαι· διότι σ’ ἐσένα, σὰν ἀπὸ μυστικὴ πηγή, ἄνθησαν εὐωδέστατα κρίνα, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἀνδρέας. Αὐτοὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ εὐωδίασαν σ’ ὅλο τὸν κόσμο τὸ κήρυγμα τῆς πίστεως.

Τόσο ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ὅσο καὶ ὁ ἀδελφός του Ἀπόστολος Πέτρος, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι ἐκ τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, ὑπῆρξαν μαθητὲς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ἀφοῦ πρώτα μαθήτευσαν στὸν κορυφαῖο τῶν Προφητῶν, ἀκολούθησαν στὴ συνέχεια τὸν Σωτήρα Χριστό. Πρῶτος ἀπ’ ὅλους ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς κλήθηκε πρῶτος ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ τὸν ἀκολουθήσει, γι’ αὐτὸ ὀνομάστηκε Πρωτόκλητος. Τὸ συγκεκριμένο περιστατικὸ μᾶς τὸ περιγράφει στὸ πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του (στ. 35-43) ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος κήρυττε, ὡς γνωστόν, στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ. Μιὰ μέρα, λοιπόν, βλέποντας τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ περνᾶ ἀπὸ ἐκεῖ, ἀναφώνησε: “Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ”· αὐτὸς εἶναι δηλαδὴ ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ποὺ ὡς ἀμνὸς ἄμωμος θὰ θυσιαστεῖ ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας. Πρῶτος πλησίασε, τότε, τὸν Κύριο ὁ Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη, τὸν ρώτησαν ποῦ μένει, τὸν ἀκολούθησαν καὶ ἔμειναν μαζί του ὅλη τὴν ἡμέρα. Ἀκολούθως, ὁ Ἀνδρέας βρῆκε τὸν ἀδελφό του τὸν Σίμωνα, τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι “εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν” καὶ τὸν ὁδήγησε στὸν Κύριο.

       Τὰ τρία Στιχηρὰ Προσόμοια τοῦ Ἑσπερινοῦ ἀναφέρονται μὲ ἰδιαίτερη ἔμφαση στὴ μαθητεία τοῦ Ἀπ. Ἀνδρέα στὸν Τίμιο Πρόδρομο καὶ στὴν ἑτοιμότητά του ν’ ἀκολουθήσει τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸ φανερωθὲν ἐπὶ τῆς γῆς “ἐνυπόστατον ἀπαύγασμα τῆς πατρικῆς δόξης”. Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας εἶναι “ὁ τῷ Προδρόμου φωτὶ μεμορφωμένος”, αὐτὸς ποὺ διαμορφώθηκε μὲ τὸ φῶς τῆς διδασκαλίας τοῦ Τιμιόυ Προδρόμου, εἶναι “ὁ τῆς Προδρόμου φωνῆς ἐνηχημένος”, αὐτὸς ποὺ διδάχθηκε ἀπὸ τὴ φωνὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, εἶναι “ὁ τῷ ἐκ στείρας βλαστήσαντι φοιτήσας”, αὐτὸς ποὺ μαθήτευσε σ’ ἐκεῖνον ποὺ γεννήθηκε μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἀπὸ τὴ στείρα καὶ ὑπερήλικα Ἐλισάβετ. Πρῶτος ἀπ’ ὅλους τοὺς μαθητὲς τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἔτρεξε στὸν Σωτήρα τοῦ κόσμου ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας “καταυγασθεὶς τὴν διάνοιαν, τελειοτάτῃ μαρμαρυγῇ αὐτοῦ τῆς Θεότητος”, ἀφοῦ δηλαδὴ φωτίστηκε ἡ διάνοιά του μὲ τὴν τελειότατη λάμψη τῆς Θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἔχοντας προετοιμαστεῖ κατάλληλα μὲ τὴ μαθητεία του στὸν Βαπτιστὴ τοῦ Κυρίου, ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἦταν ψιλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεάνθρωπος Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ “δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν” ἐνανθρωπήσας Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ.  

       Ἡ κλήση τοῦ Ἀπ. Ἀνδρέα ἀπὸ τὸν Κύριο δὲν ἦταν μεροληπτικὴ ἐπιλογὴ ἑνὸς ἐκ τῶν μαθητῶν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τῶν πνευματικῶν ἀναζητήσεών του καὶ τῆς πνευματικῆς του δίψας. “Ἐζήτησας Χριστὸν τὴν ὄντως ζωήν, καὶ ζητήσας πρῶτος εὗρες· καὶ εὑρὼν μυστικῶς ἐδράξω”, ἀναφέρει ἕνα τροπάριο τῆς ε’ ᾨδῆς τοῦ δευτέρου Κανόνος τοῦ Ἁγίου. Ἕνα ἄλλο δὲ τροπάριο τῆς γ’ ᾨδῆς τοῦ πρώτου Κανόνος τοῦ Ἁγίου συμπληρώνει: “Προσέδραμες δίψει οὐ κληθείς, Ἀνδρέα, ἀλλ’ αὐθαίρετος, τῇ τῆς ζωῆς πηγῇ ὥσπερ ἔλαφος· καὶ πᾶσι ταύτην εὑρὼν ἐκήρυξας, καὶ πιὼν ἐπότισας, ἀφθαρσίας νάματα, κεκμηκότα τῇ δίψει τὰ πέρατα”. Ἀναζήτησες τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὴν ὄντως ζωή, καὶ ἀναζητώντας τον τὸν βρῆκες πρῶτος· καὶ ἀφοῦ τὸν βρῆκες τὸν ἅρπαξες μ’ ἕνα μυστικὸ τρόπο. Προσέτρεξες στὴν πηγὴ τῆς ζωῆς ἀπὸ μεγάλη δίψα, ὅπως τὸ ἐλάφι, ὄχι γιατὶ ἐκλήθης, ἀλλὰ μὲ τὴ δική σου θέληση, ἑκουσίως, αὐτοπροαιρέτως. Ἀφοῦ δὲ βρῆκες τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς τὴν κήρυξες σὲ ὅλους. Ἀφοῦ πρῶτος ἤπιες ἀπὸ αὐτὴ τὴν πηγή, πότισες μὲ τὰ νάματα τῆς ἀφθαρσίας τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, ποὺ ἦταν ἐξαντλημένα ἀπὸ τὴν πνευματικὴ δίψα.

Ἡ ὁριστικὴ κλήση τῶν αὐταδέλφων Ἀνδρέα καὶ Πέτρου ἔγινε, ὅπως γνωρίζουμε ἀπὸ τὶς σελίδες τῶν Εὐαγγελίων, στὶς ὄχθες τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ἐργάζονταν ὡς ψαράδες. Τὸ σχετικὸ περιστατικὸ μᾶς τὸ περιγράφει μὲ ἀρκετὲς λεπτομέρειες ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ πέμπτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του. Μετὰ ἀπὸ τὸ περιστατικὸ αὐτὸ καὶ ἀφοῦ τὰ δύο ἀδέλφια εἶχαν κυριευθεῖ ἀπὸ δέος, ὁ Κύριος τοὺς κάλεσε νὰ τὸν ἀκολουθήσουν καὶ τοὺς εἶπε ὅτι θὰ τοὺς κάνει ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἑξῆς “ἁλιεῖς ἀνθρώπων” (Ματθ. δ’ 19). Τότε τράβηξαν τὰ πλοῖα στὴ στεριά, ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Στὸ περιστατικὸ τῆς ὁριστικῆς κλήσης τῶν αὐταδέλφων Ἀνδρέα καὶ Πέτρου στὶς ὄχθες τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας καὶ στὰ ὅσα ἀκολούθησαν ἀναφέρεται τὸ Δοξαστικὸ τῶν Στιχηρῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ, ποὺ ἀποδίδεται στὸν Ἀνατόλιο, ἀλλὰ καὶ τὰ Στιχηρὰ Ἰδιόμελα τῆς Λιτῆς, ποὺ ἀποδίδονται στὸν Ἀνδρέα Ἱεροσολυμίτη, στὸν Ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης δηλαδή.

“Τὴν τῶν ἰχθύων ἄγραν καταλιπὼν Ἀπόστολε, ἀνθρώπους σαγηνεύεις καλάμῳ τοῦ κηρύγματος, χαλῶν ὥσπερ ἄγκιστρον τῆς εὐσεβείας τὸ δέλεαρ, καὶ ἀνάγων ἐκ τοῦ βυθοῦ τῆς πλάνης τὰ ἔθνη ἅπαντα. Ἀνδρέα Ἀπόστολε, τοῦ Κορυφαίου ὁμαίμων καὶ τῆς οἰκουμένης ὑφηγητὰ διαπρύσιε …” (Δοξαστικόν). Ἀφοῦ ἐγκατέλειψες, Ἀπόστολε, τὴν ἁλιεία ψαριῶν, ἁλιεύεις πλέον ἀνθρώπους μὲ τὸ καλάμι τοῦ κηρύγματος, ρίχνοντας σὰν ἀγκίστρι τὸ δόλωμα τῆς εὐσεβείας καὶ ἕλκοντας ἀπὸ τὸν βυθὸ τῆς πλάνης ὅλα τὰ ἔθνη· Ἀνδρέα Ἀπόστολε, ἐξ αἵματος ἀδελφὲ τοῦ Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου καὶ διαπρύσιε κήρυκα τῆς οἰκουμένης.

       Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης ἀναφέρει στὸ δεύτερο Στιχηρὸ Ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς: “οὗτος γὰρ τὴν θάλασσαν δικτύοις ἐρευνήσας ποτέ, ἰχθύας ἐζώγρησε· νῦν δὲ τὴν οἰκουμένην τῷ καλάμῳ σαγηνεύει τοῦ σταυροῦ καὶ τὰ ἔθνη ἐκ πλάνης ἐπιστρέφει τῷ βαπτίσματι …”. Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας ἐρευνώντας κάποτε τὴ θάλασσα μὲ τὰ δίχτυα αἰχμαλώτιζε ψάρια. Τώρα, ὅμως, σαγηνεύει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη μὲ τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ καὶ ὁδηγεῖ μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ βαπτίσματος τὰ ἔθνη ἀπὸ τὴν πλάνη στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ τρίτο Στιχηρὸ Ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς, ἐξάλλου, ἀναφωνεῖ μὲ ἱερὸ δέος: “῍Ω θαῦμα ξένον καὶ φοβερόν! ἡ πηλώδης γλῶσσα, ἡ πηλίνη φύσις, τὸ σῶμα τὸ χοϊκόν, τὴν νοερὰν καὶ ἄϋλον ὑπεδέξατο γνῶσιν …”. Εἶναι ὄντως θαῦμα παράδοξο καὶ φοβερό! Ἡ γλώσσα ἑνὸς κτιστοῦ χοϊκοῦ ἀνθρώπου, ἡ κτιστὴ φύση ἑνὸς χοϊκοῦ ἀνθρώπου, τὸ χοϊκὸ σῶμα ὑπεδέχθησαν τὴ νοερὴ καὶ ἄϋλη γνώση. Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος, ἕνας ἁπλὸς χοϊκὸς ἄνθρωπος σὰν ὅλους ἐμᾶς, ἀξιώθηκε νὰ καταστεῖ μύστης τῶν ἀρρήτων καὶ θεωρὸς τῶν οὐρανίων. Καὶ τοῦτο γιατὶ περιέφερε μέσα στὴν καρδιά του τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ· “τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἐν καρδίᾳ σου τὸ πῦρ περιφέρων …” (τροπάριον στ’ ᾨδῆς δευτέρου Κανόνος Ἁγίου).

       Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ πολλοὺς τόπους, ὅπως ὅλοι οἱ μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ Βιθυνία, στὸν Εὔξεινο Πόντο καὶ τὴ Μαύρη Θάλασσα, στὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία, τὴ Θεσσαλία καὶ τὴν Ἀχαΐα. Ἀπ’ ὅλες τὶς πόλεις, στὶς ὁποῖες κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο, ὄντως πόλη τοῦ Ἀπ. Ἀνδρέα θεωρεῖται δικαίως ἡ Πάτρα. Εἶναι ἡ πόλη, στὴν ὁποία ἐργάστηκε ἱεραποστολικὰ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη πόλη· εἶναι ἡ πόλη, στὴν ὁποία μαρτύρησε μὲ σταυρικὸ θάνατο (πάνω σὲ σταυρὸ σὲ σχῆμα Χ)· εἶναι ἡ πόλη, στὴν ὁποία διαφυλάσσεται ὡς πολύτιμο θησαύρισμα ἡ Τιμία Κάρα του καὶ ὁ σταυρὸς τοῦ μαρτυρίου του. Τὸ τέταρτο Στιχηρὸ Προσόμοιο τῶν Αἴνων ἀναφέρεται στὴν ἰδιαίτερη αὐτὴ τιμὴ τῆς πόλης τῶν Πατρέων: “Ἡ τῶν Πατρέων σε πόλις Ποιμένα κέκτηται, καὶ πολιοῦχον θεῖον, καὶ κινδύνων παντοίων ρύστην καὶ φρουρόν σε, Ἀνδρέα σοφέ, εὐχαρίστως τιμῶσά σε …”. Ἡ πόλη τῶν Πατρέων σὲ ἔχει, σοφὲ Ἀπόστολε Ἀνδρέα, Ποιμένα και θεῖον πολιοῦχο καὶ σωτήρα καὶ φρουρὸ ἀπὸ τοὺς ποικίλους κινδύνους καὶ σὲ τιμᾶ μὲ πολλὴ εὐχαρίστηση.

Σὲ ἀρκετὰ τροπάρια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἁγίου γίνεται ἀσφαλῶς λόγος γιὰ τὸν μαρτυρικὸ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ θάνατο τοῦ Πρωτοκλήτου Ἀποστόλου. Στὸ τέταρτο Στιχηρὸ Ἰδιόμελο τῆς Λιτῆς ἀναφέρεται χαρακτηριστικά: “… πόθῳ πόθον προσθείς, διὰ σταυροῦ διαβαίνεις πρὸς ὃν ἐπόθησας, ὡς ἀληθὴς μαθητής, καὶ σοφὸς μιμητὴς γενόμενος τοῦ διὰ Σταυροῦ αὐτοῦ πάθους”. Προσθέτοντας πόθο στὸν πόθο, διαβαίνεις διὰ τοῦ σταυροῦ πρὸς Ἐκεῖνον, τὸν ὁποῖο ἐπόθησες, ἀφοῦ ἔγινες ἀληθινός του μαθητὴς καὶ σοφὸς μιμητὴς τοῦ διὰ Σταυροῦ Πάθους του. Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας μὲ τὴν ὅλη του ζωὴ καὶ μὲ τὸ μαρτυρικό του τέλος ὑπερέβη κατὰ πολὺ τοὺς ὅρους τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. “Ἀνθρωπίνης φύσεως λαχών, ἀναφέρει ἕνα τροπάριο τῆς η’ ᾨδῆς τοῦ πρώτου Κανόνος τοῦ Ἁγίου, τοὺς ταύτης ὑπερέβης θεσμοὺς καὶ πρὸς τὴν Ἀγγέλων μεταβέβηκας σκηνήν, Ἀνδρέα Ἀπόστολε …”. Ὄντας χοϊκὸς ἄνθρωπος, Ἀπόστολε Ἀνδρέα, ὑπερέβης τοὺς ὅρους τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ μετέβης πρὸς τὴ σκηνὴ τῶν Ἀγγέλων.

Κλέινουμε αὐτὴ τὴν περιδιάβαση στὴν Ἀκολουθία τῆς 30ης Νοεμβρίου μὲ ἕνα ὡραιότατο τροπάριο τῆς η’ ᾨδῆς τοῦ δευτέρου Κανόνος τοῦ Ἁγίου, τὸ ὁποῖο ἐπίσης ἀναφέρεται στὸ διὰ σταυροῦ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ Ἀπ. Ἀνδρέα. “Τοῦ νοητοῦ Ἡλίου ἐπὶ ξύλου δύναντος αὐτεξουσίῳ βουλῇ, ὁ τοῦ ἡλίου φωστὴρ συναναλύσαι ζητῶν, καὶ δύναι εἰς Χριστόν, ἐν ξύλῳ ἐκρεμάσθη σταυροῦ, Ἀνδρέας ὁ μέγας λαμπτὴρ τῆς Ἐκκλησίας”. Ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης Ἰησοῦς Χριστὸς ἔδυσε πάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου μὲ τὴ δική του θέληση, ἑκουσίως. Ὁ Ἀπ. Ἀνδρέας, αὐτὸς ὁ μέγας λαμπτήρας τῆς Ἐκκλησίας, ὡς φωστήρας τοῦ νοητοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης, θέλοντας νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ ἑνωθεῖ αἰωνίως μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό, κρεμάστηκε ἐπίσης πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ.

 

  (Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου “Παρέμβαση κκλησιαστική. ρθόδοξο Πνευματικό ντυπο, τεῦχος 38 (2017), σ. 164-170)

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ

 

ΡΑΔΙΟΣΤΑΘΜΟΣ Ι.Μ. ΛΕΜΕΣΟΥ

 radio.jpg

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

Copyright © AP.ANDREAS.LEMESOU 2014. All Rights Reserved.