ΕΚΔΗΜΙΑ ΜΗΤΕΡΑΣ π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ
ΕΚΔΗΜΙΑ ΜΗΤΕΡΑΣ π. ΜΙΧΑΗΛ ΒΟΣΚΟΥ
Tὸ Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2016 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ἡ μητέρα τοῦ π. Μιχαὴλ Βοσκοῦ Μαρία. Ἡ κηδεία της ἔγινε τὴ Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου στὸν Ἱ. Ναὸ Ἁγ. Στυλιανοῦ (Συνοικισμοῦ Ἄσπρες) στὴ Λευκωσία ἀπὸ τὸν Πανιερώτατο Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ.κ. Ἀθανάσιο καὶ τοὺς Θεοφιλεστάτους Ἐπισκόπους Καρπασίας κ. Χριστοφόρο, Ἀμαθοῦντος κ. Νικόλαο, Λήδρας κ. Ἐπιφάνιο καὶ Νεαπόλεως κ. Πορφύριο καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ πέραν τῶν 20 ἱερέων.
Παραθέτουμε παρακάτω τὸν ἐπικήδειο λόγο, ποὺ ἐξεφώνησε μετὰ τὴν κηδεία ὁ π. Μιχαὴλ Βοσκός:
Πανιερώτατε, Θεοφιλέστατοι, σεβαστοὶ πατέρες,
“Γυναῖκα ἀνδρείαν τίς εὑρήσει; τιμιωτέρα δέ ἐστι λίθων πολυτελῶν ἡ τοιαύτη” (Παροιμ. λα’ 10). Εἶναι γεγονὸς ὅτι, ἰδιαίτερα στὶς μέρες μας, σπάνια συναντᾶ κανεὶς γυναῖκες ὄντως ἀνδρεῖες. Σήμερα δυσκολεύεσαι πλέον νὰ συναντήσεις ἀκόμη καὶ ἄντρες ὄντως ἀνδρείους. Ἡ μακαριστὴ Μαρία, ὅμως, ἦταν μιὰ ἀνδρεία γυναίκα μὲ ὅλη τὴν κυριολεξία τῆς λέξεως, μιὰ γυναίκα μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα. Καὶ ὁ χαρακτηρισμὸς αὐτός, πιστεύω, περιγράφει μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν καθόλου προσωπικότητά της.
Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ἰδιαίτερα δυναμικὸς καὶ ἀποφασιστικὸς ἀπὸ τὴ φύση της, ἀλλὰ καὶ μὲ σπάνια σωματικὴ κράση, μέχρι ποὺ ἡ ἀρρώστια τελικὰ τὴν κατέβαλε. Τόσο ὁ δυναμισμός της ὅσο καὶ ἡ σωματική της κράση ὑπῆρξαν ἀναμφίβολα δῶρα ποὺ τῆς χάρισε ὁ Πανάγαθος Θεός, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ σηκώσει μὲ ἀνδρεῖο φρόνημα τοὺς σταυροὺς τῶν θλίψεων καὶ τῶν δοκιμασιῶν, ποὺ θὰ ἐπέτρεπε ἐν τῇ σοφίᾳ Του ὁ Κύριος στὴ διάρκεια τῆς ζωῆς της.
Γεννήθηκε τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1939 στὸν εἰδυλλιακὸ Πεδουλᾶ ἀπὸ γονεῖς ἁπλοϊκοὺς καὶ ἀγράμματους, ἀλλὰ ἀνθρώπους μὲ δυνατὴ πίστη καὶ ἄδολη εὐσέβεια. Μεγάλωσε μέσα σ’ ἕνα περιβάλλον παραδοσιακῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας, ἀλλὰ καὶ σὲ μιὰ ἐποχὴ καὶ ἕνα περιβάλλον ποὺ ἐδονεῖτο κυριολεκτικὰ ἀπὸ τοὺς κραδασμοὺς τῶν ἐθνικῶν πόθων τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου. Ἔζησε στὴ μαθητική της ἡλικία τὸν ἐθνικοαπελευθερωτικὸ ἀγώνα τοῦ 1955-59, λαμβάνοντας δυναμικὰ μέρος ὄχι μόνο στὶς μαθητικὲς διαδηλώσεις, ἀλλὰ καὶ σὲ διάφορες ἄλλες ἀποστολές. Ὅλα αὐτὰ ζύμωσαν κυριολεκτικὰ τὸν χαρακτήρα καὶ τὴν ἰδιοσυγκρασία της μέχρι τὰ γεράματά της. Ἦταν σ’ ὅλη της τὴ ζωὴ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ στὴν καρδιά του ἔκαιγε ἡ πίστη στὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν Ἑλλάδα καἰ τὰ ἰδεώδη τοῦ ἑλληνισμοῦ. Κι αὐτὰ προσπαθοῦσε νὰ μεταδώσει στὰ παιδιὰ καὶ τὰ ἐγγόνια της, ἀλλὰ καὶ στοὺς χιλιάδες μαθητὲς ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὰ χέρια της κατὰ τὶς δεκατίες ποὺ δίδαξε στὰ σχολεῖα τῆς Μέσης Ἐκπαίδευσης ὡς καθηγήτρια.
Μὲ τὸ τέλος τοῦ ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ ἀγώνα βρέθηκε φοιτήτρια θεολογίας στὸ Ἐθνικὸ καὶ Καποδιστριακὸ Πανεπιστήμιο τῶν Ἀθηνῶν. Ἦταν ἡ πρώτη κοπέλα ἀπὸ τὸ χωριό της ποὺ ἔφευγε γιὰ σπουδὲς ἐκτὸς Κύπρου· μιὰ ἀπόδειξη τοῦ δυναμισμοῦ καὶ τῆς ἀποφασιστικότητάς της. Ἡ ἐπιλογὴ τῆς θεολογίας στὶς σπουδές της ἦταν μιὰ συνειδητὴ ἐπιλογή, ποὺ φανέρωνε ποιόν δρόμο ἀποφάσισε ν’ ἀκολουθήσει στὴ ζωή της. Καὶ ὁ δρόμος αὐτὸς δὲν ἦταν ἄλλος ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας. Μιὰ φτωχιὰ καὶ ἁπλὴ χωριατοπούλα βρέθηκε στὴ μεγαλούπολη τῶν Ἀθηνῶν νὰ κτίζει τὴν παραπέρα πορεία τῆς ζωῆς της. Ἔζησε ἐκεῖ τὶς δυσκολίες, τοὺς κινδύνους καὶ τοὺς πειρασμοὺς τῆς μεγαλούπολης, ἀλλὰ καὶ τὶς μικρότητες κάποιων ἀνθρώπων ποὺ βρέθηκαν δίπλα της κατὰ τὴν ἐκεῖ παραμονή της.
Ὁλόκληρη ἡ ζωή της ὑπῆρξε κατὰ κυριολεξίαν μαρτυρικὴ ζωή. Μιὰ ζωὴ γεμάτη πόνο, θλίψεις, δοκιμασίες, ἀλλὰ καὶ ἑκούσια ἀπάρνηση τῶν ἀνέσεων τοῦ κόσμου τούτου μέσα σὲ ἕνα πνεῦμα θυσιαστικὸ γιὰ τοὺς ἄλλους καὶ κυρίως γιὰ τὰ παιδιά της. Γεύτηκε τὸ πικρὸ ποτήρι τοῦ πόνου ἤδη ἀπὸ τὴν ἐφηβική της ἡλικία μὲ τὸν ἡρωϊκὸ θάνατο τοῦ μοναδικοῦ της ἀδελφοῦ, τοῦ Ἀριστείδη Χαραλάμπους, τοῦ ἥρωα τῆς κοινότητας τοῦ Πεδουλᾶ. Ἡ θυσία τοῦ Ἀριστείδη ἦταν ἕνα γεγονὸς ποὺ σφράγισε ἀνεξίτηλα τὴ ζωή της.
Τὸ 1964 παντρεύτηκε τὸν θεολόγο Ἀνδρέα Βοσκὸ καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν Πάνω Ζώδια. Δέχθηκε συνειδητὰ τὴν πρόταση γάμου ἀπὸ τὸν μακαριστό μας πατέρα, γνωρίζοντας πολὺ καλὰ τὸ σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας ποὺ ἐκεῖνος ἀντιμετώπιζε μὲ τὰ νεφρά του ἀπὸ τὴ γέννησή του καὶ τὸ ὁποῖο ἤξερε ἐκ τῶν προτέρων ὅτι θὰ σήμαινε γι’ αὐτὴν πολλὲς δοκιμασίες καὶ πολλὲς θυσίες. Ποτὲ δὲν μετάνοιωσε καὶ ποτὲ δὲν γόγγυσε γιὰ τὴ συνειδητὴ αὐτὴ ἐπιλογή της. Στάθηκε δίπλα του ὡς ὄντως ἀνδρεία γυνὴ στὶς στιγμὲς τῆς χαρᾶς καὶ τῆς θλίψης, στὶς ὧρες τῶν ποικίλων δοκιμασιῶν, στὶς συνεχεῖς περιπέτειες μὲ τὴν ὑγεία του. Ὑπῆρξαν ἕνα εὐλογημένο ἀνδρόγυνο! Ποτὲ δὲν τοὺς θυμόμαστε ὄχι μόνο νὰ μαλώσουν, ἀλλὰ οὔτε κὰν νὰ ὑψώσουν τὸν τόνο τῆς φωνῆς τους ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλο.
Ἔζησε ἀπὸ κοντὰ τὶς ἐθνικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς περιπέτειες ποὺ προηγήθηκαν τῆς Τουρκικῆς Εἰσβολῆς. Ἔζησε τὴν τραγωδία τῆς τουρκικῆς θηριωδίας τοῦ 1974 καὶ ἐν συνεχείᾳ τὴν πίκρα τῆς προσφυγιᾶς. Ἔχοντας δίπλα της ἕναν σύζυγο ποὺ ἡ χρόνια ἀσθένειά του τὸν ἐξασθενοῦσε μέρα μὲ τὴ μέρα καὶ τέσσερα μικρὰ παιδιά, ποὺ ἔπρεπε σχεδὸν μόνη της νὰ φροντίζει, παράλληλα μὲ τὴν ἐκπαιδευτική της δραστηριότητα. Ξεκίνησε σχεδὸν ἀπὸ τὸ μηδὲν τὴ νέα ζωὴ τῆς προσφυγιᾶς στὴν κοινότητα τῶν Λατσιῶν. Εἶχε, ὅμως, τουλάχιστον στήριγμα τὸν ἐξίσου δυναμικὸ καὶ ἀποφασιστικὸ σύζυγό της, ποὺ παρὰ τὴ σταδιακὴ ἐξασθένισή του δὲν τά ‘βαζε κάτω.
Ἀλλὰ ὁ σταυρός της ἦταν ἀκόμη “μικρός”! Μετὰ ἀπὸ δύο ἀπανωτοὺς θανάτους μέσα στὸ ἔτος 1977 (τοῦ παπποῦ Χαράλαμπου, τοῦ πατέρα της, καὶ τῆς γιαγιᾶς Μαρίας, τῆς πεθερᾶς της) ἦρθε ἀντιμέτωπη μὲ τὸν πρόωρο θάνατο τοῦ ἀγαπημένου της συζύγου, τοῦ συντρόφου τῆς ζωῆς της. Ἐνθυμοῦμαι ἀκόμη μὲ συγκλονισμό, - πιστεύω καὶ τὰ ὑπόλοιπα ἀδέλφια μου -, τὸ ψυχικό της σθένος καὶ τὸν διακριτικὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μᾶς ἀνεκοίνωσε, ἐρχόμενη ἀπὸ τὸ Γενικὸ Νοσοκομεῖο Λευκωσίας, τὸν θάνατο τοῦ μονάκριβου πατέρα μας. Ἤμασταν τότε καὶ οἱ τέσσερεις σἐ ἡλικίες ἀπὸ 6 μέχρι 13 χρονῶν.
Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη καὶ μετὰ ἄρχισε γι’ αὐτὴν ἕνας τιτάνιος ἀγώνας, γεμάτος θυσίες καὶ αὐταπάρνηση, ἀλλὰ μὲ ἀκράδαντη τὴν πίστη στὸν Θεὸ καὶ ἀπόλυτη τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοιά Του. Στερήθηκε τὰ πάντα στὴ ζωή της, γιὰ νὰ μὴ στερηθοῦν τίποτε τὰ παιδιά της. Ἦταν τέτοιο τὸ μέγεθος τῆς αὐταπάρνησής της, ποὺ θὰ μποροῦσε στὰ μάτια ἑνὸς τρίτου νὰ παρεξηγηθεῖ. Ἐμεῖς, ὅμως, ποὺ τὴ ζήσαμε ἀπὸ κοντά, βλέπαμε ἕναν ἄνθρωπο μὲ πνεῦμα θυσίας χωρὶς ὅρια, ἕναν ἄνθρωπο ποὺ μὲ πολλὴ ταπείνωση ἀγωνιζόταν νὰ γίνει στὴν ζωή του τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ πολλὴ ἀκρίβεια πάλευε νὰ τηρεῖ τὶς ἐντολές Του. Ὅταν μετὰ ἀπὸ χρόνια μεγαλώσαμε καὶ ὡριμάσαμε, τότε μόνο συνειδητοποιήσαμε πόσο μεγάλο ἀγώνα ἔκανε ν’ ἀντισταθεῖ στοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ποὺ θὰ μποροῦσε ν’ ἀντιμετωπίσει μιὰ νεαρὴ χήρα γυναίκα μόλις 39 χρονῶν.
Ποτὲ δὲν πέρασε ἀπὸ τὸ μυαλό της ἡ σκέψη ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ “ξαναφτιάξει” τὴ ζωή της, ὅπως οἱ πλεῖστοι στὴ θέση της θὰ σκέφτονταν. Ἦταν κάτι ποὺ στὴ δική της ἀντίληψη ἀποτελοῦσε προδοσία πρὸς τὸν μακαριστὸ σύζυγό της, προδοσία πρὸς τὰ τέσσερα παιδιά της, ἀλλὰ καὶ σύγκρουση μὲ τὸ θέλημα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ. Σήκωσε τὸν σταυρὸ τῆς χηρείας μὲ τὴν ἀπόλυτη συναίσθηση ὅτι ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, χωρὶς ποτέ της νὰ γογγύσει, χωρὶς ποτὲ νὰ μᾶς ἀφήσει τὸ παραμικρὸ περιθώριο νὰ νοιώσουμε μειονεκτικά, γιατὶ μεγαλώναμε ὀρφανοὶ ἀπὸ πατέρα. Πόθος της διακαής, ὅπως καὶ τοῦ μακαριστοῦ πατέρα μας, ἦταν νὰ δεῖ τὰ παιδιά της νὰ προχωροῦν μπροστὰ στὴ ζωή τους, κυρίως ὅμως νὰ παραμείνουν στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ πραγματικὰ τὴν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ μᾶς δεῖ ὅλους ὄχι μόνο νὰ σπουδάζουμε καὶ νὰ προχωροῦμε μπροστὰ στὴ ζωή μας, ἀλλὰ κυρίως νὰ διακονοῦμε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὡς ἱερεῖς τοῦ Ὑψίστου καὶ ὡς πρεσβυτέρες.
Τὴ μαρτυρικὴ ζωή της ἔπρεπε νὰ ἐπισφραγίσει ἕνα μαρτυρικὸ τέλος. Γι’ αὐτό, ἴσως, ὁ πάνσοφος καὶ παντογνώστης Κύριος ἐπέτρεψε μετὰ ἀπὸ τόσους σταυροὺς ποὺ σήκωσε στὴν ζωή της νὰ σηκώσει καὶ τὸν σταυρὸ τῆς ἀσθένειας ποὺ τὴν ταλαιπώρησε τὰ τελευταία τέσσερα τουλάχιστον χρόνια. Ἔπρεπε νὰ δοκιμασθεῖ “ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ”, γιὰ νὰ τὴν δεχθεῖ ὁ Πανάγαθος Θεὸς στὴν αἰώνια Βασιλεία Του “ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας”. Εὐδόκησε ὁ Κύριος νὰ μείνει ὡς τὸ τέλος, ὅπως ἐπιθυμοῦσε, στὸ σπίτι της στὰ Λατσιά, στὸ σπίτι αὐτὸ ποὺ ἔκτισε μὲ κόπους καὶ θυσίες μὲ τὸν σύζυγό της στὰ μαῦρα χρόνια μετὰ τὴν Τουρκικὴ Εἰσβολή. Εὐδόκησε ὁ Κύριος νὰ περάσει τὴν τελευταία αὐτὴ μεγάλη δοκιμασία μὲ πραότητα καὶ ἠρεμία καὶ μ’ ἕνα χαμόγελο ποὺ δὲν ἔσβηνε ἀπὸ τὰ χείλη της. Ἀκόμη καὶ τὸν τελευταῖο καὶ πιὸ μαρτυρικὸ χρόνο τῆς ζωῆς της, ποὺ ἔμεινε ἐντελῶς καθηλωμένη στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου, αὐτὴ ἡ ἠρεμία καὶ αὐτὴ ἡ πραότητα δὲν τὴν ἐγκατέλειψαν.
Εὐδόκησε ἀκόμη ὁ Κύριος νὰ ἔχει ὁσιακὸ τέλος. Ἔφυγε γύρω στὶς 5:00 τὰ ξημερώματα τοῦ περασμένου Σαββάτου ὅσο πιὸ ἥσυχα καὶ ὅσο πιὸ ἀθόρυβα γινόταν. Ἔδειξε ἁπλὰ ὁ ἠλεκτροκαρδιογράφος ὅτι χάθηκαν οἱ παλμοὶ τῆς καρδιᾶς της καὶ πέταξε ἡ ψυχή της στὰ χέρια του Θεοῦ. Κι ἔφυγε στὶς 10 Σεπτεμβρίου, μιὰ μόλις μέρα πρὶν ἀπὸ τὴ μέρα ποὺ τόσο πρόωρα μᾶς ἔφυγε ὁ παπα-Ἀρσένιος, ὁ μακαριστὸς Ἡγούμενος τοῦ Μαχαιρᾶ, τὸν ὁποῖον ὑπεραγαποῦσε καὶ τὸν ὁποῖο τόσο πολὺ ἔκλαψε τὴν ἀποφράδα ἐκείνη μέρα τῆς 11ης Σεπτεμβρίου τοῦ 2004. Ἔφυγε ἔχοντας τὰ τρία δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ της χεριοῦ ἑνωμένα, ἕτοιμα νὰ χαράξουν τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεώς του.
Εἴμαστε ἀπολύτως πεπεισμένοι ὅτι ἡ μάνα μας ἔφυγε ἕτοιμη ἀπ’ ὅλες τὶς πλευρὲς γιὰ τὴν αἰώνια Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖ ὅπου θ’ ἀξιωθεῖ νὰ συγκαταριθμηθεῖ μετὰ τῶν ἁγίων καὶ τῶν δικαίων μὲ τὸ στεφάνι ἑνὸς μεγαλυμάρτυρα τῆς ζωῆς. Τὴν εὐχή της νά ‘χουμε. Αἰωνία της ἡ μνήμη!