ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟ

ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΚΛΗΣΗ

ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 

 

Πρός τήν Ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.

Μακαριώτατε, ἅγιοι ἀδελφοί,

Ἔλαβα τά κείμενα πού ἐγκρίθηκαν ὡς ἀποφάσεις τῶν διαφόρων Προσυνοδικῶν Πανορθοδόξων Διασκέψεων πού ἔγιναν κατά καιρούς γιά τήν προετοιμασία τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί πού ἀποτελοῦν καί τά ἐγκριθέντα ἐπίσημα κείμενα τῶν θεμάτων πού θά ὑποβληθοῦν στήν Ἁγίαν καί Μεγάλην Σύνοδον πρός υἱοθέτησίν τους καί εὐχαριστῶ θερμά γιά τήν ἀποστολή τους.

Ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν ἀποσταλέντα σέ μᾶς κανονισμό ὀργάνωσης καί λειτουργίας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καί συγκεκριμένα στό ἄρθρο 12 καί παραγράφους 2 καί 3, ἀναφέρεται ὅτι μποροῦμε νά ἐκφράσωμε τίς ἀπόψεις μας στήν τοπική μας Σύνοδο πρῶτα, κατόπιν ἐπιταγῆς τῆς συνείδησής μου ταπεινά ὑποβάλλω στήν ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον τῆς ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας μας τίς ἀπόψεις μου καί τίς πεποιθήσεις μου πάνω στά πιό κάτω θέματα.

Στό κείμενο τῆς Ε´ Προσυνοδικῆς Πανορθοδόξου Διάσκεψης πού ἔγινε στό Σαμπεζύ Γενεύης στίς 10-17 Ὀκτωβρίου τοῦ 2015 καί πού τιτλοφορεῖται «Ἀπόφασις - Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», ἔχω νά δηλώσω τά ἐξῆς:

Συμφωνῶ ἀπόλυτα μέ τά πρῶτα τρία ἄρθρα τοῦ κειμένου. Στά ἄρθρα ὅμως 4 καί πιό κάτω ἔχω νά παρατηρήσω τά ἐξῆς: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, προσευχομένη πάντοτε «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», πιστεύω ὅτι ἐννοεῖ τήν ἐπιστροφήν καί ἕνωσιν μαζί της ὅλων αὐτῶν πού ἀπεκόπηκαν καί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό αὐτήν, αἱρετικῶν καί σχισματικῶν, ἀφοῦ ἀπαρνηθοῦν τήν αἵρεση ἤ τό σχίσμα τους καί φύγουν ἀπό αὐτά καί μέ μετάνοια καί μέ τήν προβλεπόμενη ἀπό τούς ἱερούς κανόνες διαδικασία ἐνσωματωθοῦν καί ἐνταχθοῦν ‒ ἑνωθοῦν ‒ μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἀπώλεσε τήν «ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνία τοῦ Ἀγίου Πνεύματος» καί δέν δέχεται τή θεωρία τῆς ἀποκατάστασης τῆς ἑνότητας τῶν «εἰς Χριστόν πιστευόντων», γιατί πιστεύει ὅτι ἡ ἑνότητα τῶν εἰς Χριστόν πιστευόντων ὑπάρχει ἤδη στήν ἑνότητα ὅλων τῶν βαπτισμένων τέκνων της μεταξύ τους καί μετά τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ ὁρθῇ πίστει της, πού δέν ὑπάρχει στούς αἱρετικούς ἤ σχισματικούς, καί γι᾿ αὐτό εὔχεται γι᾿ αὐτούς τήν ἐν μετανοίᾳ ἐπιστροφήν τους στήν Ὀρθοδοξία.

Πιστεύω ὅτι αὐτό πού ἀναφέρεται στό ἄρθρο 5 γιά «τήν ἀπολεσθεῖσαν ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν» εἶναι λάθος, γιατί ἡ Ἐκκλησία ὡς λαός τοῦ Θεοῦ ἑνωμένος μεταξύ του καί μέ τήν κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ὁ Χριστός, δέν ἔχασε ποτέ τήν ἑνότητά Του αὐτήν καί δέν ἔχει ἄρα ἀνάγκη νά τήν ἐπανεύρη ἤ κἄν νά τήν ἀναζητήση, γιατί πάντοτε ὑπῆρχε καί ὑπάρχη καί θά ὑπάρχη ἐφ᾿ ὅσον ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ οὐδέποτε ἔπαυσε ἤ θά παύση νά ὑπάρχη. Ἐκεῖνο πού συνέβη εἶναι ὅτι ὁμάδες ἤ λαοί ἤ μεμονωμένα ἄτομα ἔφυγαν ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ Ἐκκλησία εὔχεται καί πρέπει νά προσπαθῆ ἱεραποστολικά νά ἐπιστρέψουν αὐτοί ὅλοι ἐν μετανοίᾳ διά τῆς κανονικῆς ὁδοῦ στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δέν ὑπάρχουν δηλαδή ἄλλες Ἐκκλησίες ἀλλά μόνον αἱρέσεις καί σχίσματα, ἐάν θέλωμε νά ἀκριβολογοῦμεν στούς ὁρισμούς μας. Ἡ διατύπωση «πρός ἀποκατάστασιν τῆς χριστιανικῆς ἑνότητας» εἶναι λάθος, γιατί ἡ ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ‒ μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ‒ δέν ἔχει διασπασθῆ ποτέ, ἐφ᾿ ὅσον αὐτοί μένουν ἑνωμένοι μετά τῆς Ἐκκλησίας. Χωρισμός ἀπό τήν Ἐκκλησία καί φυγή ἐκ τῆς Ἐκκλησίας ἔγινε, δυστυχῶς, πολλές φορές ἀπό τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα, ἀλλά ποτέ ἀπώλεια ἐσωτερική τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας.

Διερωτῶμαι γιατί στό κείμενο γίνεται πολλαπλή ἀναφορά σέ «Ἐκκλησίες» καί «Ὁμολογίες»; Ποιά ἡ διαφορά τους καί ποιό στοιχεῖο τίς χαρακτηρίζει ὥστε ἄλλες νά ὀνομάζονται Ἐκκλησίες καί ἄλλες Ὁμολογίες; Ποιά εἶναι Ἐκκλησία καί ποιά ἡ αἱρετική καί ποιά ἡ σχισματική ὁμάδα ἤ ὁμολογία; Ἐμεῖς ὁμολογοῦμεν μία Ἐκκλησία καί ὅλα τά ἄλλα αἱρέσεις καί σχίσματα.

Θεωρῶ ὅτι θεολογικά καί δογματικά καί νομοκανονικά ἡ ἀπόδοση τοῦ τίτλου «Ἐκκλησία» σέ αἱρετικές ἤ σχισματικές κοινότητες εἶναι παντελῶς λανθασμένη, γιατί μία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρεται καί στό ἄρθρο 1, καί δέν μπορεῖ νά ὀνομασθῆ ἀπό ἐμᾶς μία αἱρετική ἤ σχισματική κοινότητα ἤ ὁμάδα ὡς Ἐκκλησία, ἐκτός τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Δέν ἀναφέρεται καθόλου στό κείμενο αὐτό ὅτι ἡ μόνη ὁδός πού ὁδηγεῖ στήν ἕνωση μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι μόνον ἡ ἐπιστροφή τῶν αἰρετικῶν καί σχισματικῶν ἑν μετανοίᾳ εἰς τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, πού σύμφωνα μέ τό ἄρθρο 1 εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.

Ἡ ἀναφορά στήν «κατανόηση τῆς παράδοσης τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας» δίνει τήν ἐντύπωση ὅτι ὑπάρχει διαφορά ὀντολογική στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν ἁγίων ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί στήν γνήσια συνέχεια αὐτῆς μέχρι σήμερα, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Πιστεύουμε ὅτι καμιά ἀπολύτως διαφορά δέν ὑπάρχει μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἱώνα καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ πρώτου αἰώνα, γιατί ἕνα ἀπό τά γνωρίσματα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί τό γεγονός πού ὁμολογοῦμε στό σύμβολο τῆς πίστεως, ὅτι αὐτή εἶναι Ἀποστολική.

Στό ἄρθρο 12 ἀναφέρεται ὅτι κοινός σκοπός τῶν θεολογικῶν διαλόγων εἶναι «ἡ τελική ἀποκατάστασις τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καί τῇ ἀγάπη ἐνότητος». Δίδεται ἡ ἐντύπωση ὅτι κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ψάχνουμε τήν ἀποκατάστασή μας στήν ὀρθή πίστη καί στήν ἑνότητα τῆς ἀγάπης, ὡσάν νά ἀπωλέσαμεν τήν ὀρθή πίστη καί τήν ψάχνουμε νά τήν βροῦμε διά τῶν θεολογικῶν διαλόγων μετά τῶν ἑτεροδόξων. Θεωρῶ ὅτι αὐτή ἡ θεωρία εἶναι θεολογικά ἀπαράδεκτη ἀπό ὅλους μας.

Ἡ ἀναφορά τοῦ κειμένου στό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» μοῦ δίνει τήν εὐκαιρία νά διατυπώσω τήν ἔνστασή μου ἀπέναντι σέ κατά καιρούς διάφορα συγκριτιστικά ἀντικανονικά γεγονότα πού ἔγιναν σ᾿ αὐτό, ἀλλά καί σ᾿ αὐτήν ταύτην τήν ὀνομασίαν του, ἀφοῦ σ᾿ αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεωρεῖται ὡς «μία ἐκ τῶν Ἐκκλησιῶν» ἤ κλᾶδος τῆς μίας Ἐκκλησίας πού ψάχνει καί ἀγωνίζεται γιά τήν πραγμάτωσή της στό Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν. Ἀλλά γιά μᾶς μία καί μοναδική εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πού ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί ὄχι πολλές.

Ἡ ἄποψη ὅτι ἡ διατήρηση τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνο διά τοῦ συνοδικοῦ συστήματος ὡς τοῦ μόνου «ἀρμοδίου καί ἐσχάτου κριτοῦ τῶν θεμάτων τῆς πίστεως» ἔχει δόση ὑπερβολῆς καί ἐκφεύγει τῆς ἀληθείας, καθότι στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία πολλές σύνοδοι ἐδίδαξαν καί ἐνομοθέτησαν λανθασμένα καί αἱρετικά δόγματα καί ὁ πιστός λαός τίς ἀπέρριψε καί διεφύλαξε τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί ἐθριάμβευσε τήν Ὀρθόδοξη Ὁμολογία. Οὔτε σύνοδος ἄνευ τοῦ πιστοῦ λαοῦ, τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε λαός ἄνευ συνόδου Ἐπισκόπων μποροῦν νά θεωρήσουν ἑαυτούς σῶμα Χριστοῦ καί Ἐκκλησίαν Χριστοῦ καί νά ἐκφράσουν σωστά τό βίωμα καί τό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας.

Κατανοῶ, Μακαριώτατε καί ἅγιοι Συνοδικοί ἀδελφοί, ὅτι δέν μποροῦν σέ σύγχρονα ἐκκλησιαστικά κείμενα αὐτοῦ τοῦ εἴδους νά διατυπώνονται σκληρές ἤ προσβλητικές ἐκφράσεις, οὔτε καί κανένας νομίζω θέλει αὐτοῦ τοῦ τύπου τίς ἐκφράσεις. Ἡ ἀλήθεια ὅμως πρέπει νά ἐκφράζεται μέ ἀκρίβεια καί σαφήνεια, πάντοτε, βέβαια, μέ ποιμαντική διάκριση καί ἀγάπη πραγματική πρός ὅλους. Ἔχουμε χρέος καί πρός τούς ἀδελφούς μας πού βρίσκονται σέ αἱρέσεις ἤ σχίσματα νά εἴμαστε ἀπόλυτα εἰλικρινεῖς μαζί τους καί μέ ἀγάπη καί πόνο νά προσευχώμαστε καί νά κάνωμε τά πάντα γιά τήν ἐπιστροφή τους στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.

Ταπεινά θεωρῶ ὅτι τέτοιας σπουδαιότητας καί τέτοιου κύρους κείμενα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρέπει νά εἶναι πολύ προσεκτικά καί διατυπωμένα μέ πᾶσαν ἀκρίβειαν θεολογικήν καί νομοκανονικήν ὥστε νά μήν ἀπορρέουν ἀπό αὐτά ἀσάφειες ἤ ἀδόκιμοι θεολογικά ὅροι καί διατυπώσεις λανθασμένες πού μποροῦν νά ὁδηγήσουν σέ παρερμηνεῖες καί ἀλλοιώσεις τοῦ ὀρθοῦ φρονήματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐξάλλου μία Σύνοδος γιά νά εἶναι ἔγκυρη καί κανονική πρέπει νά μήν ἀφίσταται καθόλου ἀπό τό πνεῦμα καί τήν διδασκαλίαν τῶν πρό αὐτῆς ἁγίων Συνόδων, τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καί τῶν ἁγίων Γραφῶν καί νά μήν ἔχει καμιά σκιά στή διατύπωση ἐπακριβῶς τῆς ὀρθῆς πίστεως.

Πότε οἱ ἅγιοι Πατέρες μας καί πότε καί ποῦ στά κείμενα τῶν ἱερῶν κανόνων καί τῶν ὅρων τῶν Οἰκουμενικῶν ἤ Τοπικῶν Ἱερῶν Συνόδων ἀπεκλήθησαν οἱ αἱρετικές ἤ οἱ σχισματικές ὁμάδες ὡς ἐκκλησίες; Ἐάν εἶναι ἐκκλησίες οἱ αἱρέσεις, τότε ποῦ εἶναι ἡ μοναδική καί Μία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων;

Ταπεινά διατυπώνω τή διαφωνία μου καί στό γεγονός ὅτι καταργεῖται ἡ πρακτική ὅλων τῶν μέχρι τοῦδε Ἱερῶν Συνόδων, τοπικῶν καί οἰκουμενικῶν, ὅπου κάθε ἐπίσκοπος ἔχει καί τή δική του ψῆφο καί οὐδέποτε αὐτό τό σχῆμα, μία Ἐκκλησία μία ψῆφος, πού καθιστά τά μέλη τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, πλήν τῶν προκαθημένων, διακοσμητικά στοιχεῖα, ἀφαιρεθέντος ἀπ᾿ αὐτῶν τοῦ δικαιώματος τῆς ψήφου.

Ἔχω καί μερικές ἄλλες διαφωνίες καί ἐνστάσεις σέ ἄλλα σημεῖα τῶν κειμένων, ἀλλά δέν θέλω νά σᾶς κουράσω περισσότερο, γι᾿ αὐτό περιορίζομαι στά θέματα πού θεωρῶ μεγαλύτερης σημασίας καί πού ταπεινά διατυπώνω τή διαφωνία μου, τήν ἄποψη καί πίστιν μου.

Δέν θέλω μέ αὐτά πού ἔγραψα νά λυπήσω κανένα καί δέν θέλω νά θεωρηθῶ ὅτι διδάσκω ἤ κρίνω τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μου καί πατέρες μου. Ἀπλῶς αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά ἐκφράσω αὐτά πού ἡ συνείδησή μου μοῦ ἐπιβάλλει.

Παρακαλῶ νά καταχωρηθοῦν οἱ ἀπόψεις μου στά πρακτικά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

Ζητώντας τίς ἅγιες προσευχές σας, διατελῶ.

 

Ἐλάχιστος ἐν Χριστῷ ἀδελφός 

     † Ὁ Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος

 

       11 Φεβρουαρίου 2016

 

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΥΡΙΑΚΩΝ

 

ΡΑΔΙΟΣΤΑΘΜΟΣ Ι.Μ. ΛΕΜΕΣΟΥ

 radio.jpg

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

Copyright © AP.ANDREAS.LEMESOU 2014. All Rights Reserved.